- σχολικόν
- σχολικόςscholasticmasc acc sgσχολικόςscholasticneut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Григорий II — патриарх константинопольский с 1283 г. по 1289 г., в мире Георгий. Род. в 1241 г.; был учеником Георгия Акрополита. Время управления Г. церковью было весьма тревожное. Сторонники церковной унии с Римом вступили с Г. в жаркую полемику по поводу… … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
σχολικός — ή, ό, Ν [σχολή] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο σχολείο και ειδικότερα στους μαθητές, ο μαθητικός (α. «σχολική τσάντα» β. «σχολική συγγυμνασία», Απολλ. Δύσκ.) νεοελλ. 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται σε ένα συγκεκριμένο σχολείο ή σε ένα μεγάλο… … Dictionary of Greek